Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Ερωτήµατα µε αφορµή την επέτειο του Μάη

της Αννας Φραγκουδακη

Γιατί πολλαπλασιάζονται τα επετειακά κείµενα για το Μάη του
'68;
Η αφορµή της δηµοσιότητας του θέµατος είναι ότι έκλεισαν
από τότε σαράντα χρόνια. Γιατί δεν έγινε αυτό στα τριάντα
χρόνια ή δεν αναβλήθηκε για τα πενήντα;
Γιατί γράφουµε κατά
προτεραιότητα εκείνοι που"έζησαν" τα γεγονότα; Εκτός από τη
νοσταλγία για τα νιάτα µας, τι άλλο µπορούµε να µεταφέρουµε
σαν πληροφορία, αν όχι την άµεση ή έµµεση αποτίµηση της
πολιτικής αξίας αυτής της εξέγερσης, όπως στα επετειακά
άρθρα που ήδη δηµοσιεύτηκαν, όπου σε πολλά η αφήγηση
παίρνει τη µορφή"επαναστατικού παραδείγµατος"
Μήπως αυτό που ψάχνουµε στην επέτειο είναι η πολιτική
παρηγοριά ότι δεν άλλαξαν τα δεδοµένα, όπως µεγάλα πολιτικά
αδιέξοδα δείχνουν, ο κόσµος είναι πάντα ίδιος και ότι ο δρόµος
για την κοινωνική αλλαγή είναι ο δρόµος του Μάη, άρα
"Εµπρός, σηκωθείτε να βγούµε στους δρόµους"
Όµως, δεδοµένα αποφασιστικά για την προοπτική της
κοινωνικής αλλαγής ή µάλλον για την απουσία τέτοιας
προοπτικής είχαν αλλάξει ήδη τον καιρό του Μάη. Γι' αυτό και
η εξέγερση(όχιo ξεσηκωµός των φοιτητών, αλλά η
κινητοποίηση µεγάλου µέρους των εργαζοµένων και ιδίως οι
καταλήψεις εργοστασίων), δεν οδήγησε σε καµία ουσιαστική
αλλαγή. Το µόνο που έγινε, καθώς η εξέγερση ακουγόταν να
πλαταίνει και να πολλαπλασιάζεται, ήταν ότι κινητοποιήθηκε ο
αντίλογος, η κυβέρνηση βρέθηκε χωρίς πολιτικό αντίπαλο,
καθώς κανένα αριστερό κόµµα και καµία συµµαχία δεν ήταν
αποδεκτά ως ηγετική δύναµη, και οδήγησε σχετικά εύκολα τα
πράγµατα να ξαναγυρίσουν στη θέση τους.
Το Μάη του'6 8 οι δρόµοι και τα κατειληµµένα πανεπιστήµια
ήταν γεµάτα από πλήθη αριστερών φοιτητών όλων των
αποχρώσεων, που µιλούσαν µε πάθος για τη σοσιαλιστική
επανάσταση και την πρόθεσή τους να την πραγµατοποιήσουν.
Παρά τις µεγάλες και συχνά αγεφύρωτες διαφορές, σχεδόν όλες
οι αριστερές οµάδες είχαν στόχο τη σοσιαλιστική επανάσταση,
µολονότι παράλληλα καταδίκαζαν µε οξύτατη κριτική το
σοβιετικό καθεστώς. Ένα δαιδαλώδες σύνολο πολιτικών
συλλογισµών κατάφερνε να διαχωρίσει πλήρως τον σοσιαλισµό
από τον µοναδικό σοσιαλισµό που υπήρχε και άλλωστε,
αποκαλυπτικά σχεδόν, ονοµαζόταν"υπαρκτός" σοσιαλισµός.
Το ερώτηµα ωστόσο εάν η σοσιαλιστική επανάσταση ήταν ποτέ
δυνατό να γεννήσει µια νέα κοινωνία καλύτερη, πιο ελεύθερη
και πιο δίκαιη, δεν είναι ερώτηµα που αναδύθηκε από την τότε
κριτική στο σοβιετικό καθεστώς, ούτε αναδύθηκε αργότερα από
τα συντρίµµια του σοσιαλιστικού κόσµου. Το ερώτηµα εάν
µπορεί να γεννήσει τίποτ' άλλο από πολιτικά τέρατα η
κατάληψη της εξουσίας από µια µειοψηφία, που επιβάλλει µε τα
όπλα την πολιτική της σε µια πλειοψηφία που δεν έχει πεισθεί
και δεν καταλαβαίνει το γιατί, είναι ερώτηµα παλιό όσο και η
επανάσταση. Και από το1918 που γράφτηκε από τη Ρόζα
Λούξεµπουργκ το διορατικό βιβλιαράκι για τηPωσική
Eπανάσταση, το ερώτηµα συνοδεύει η διάσηµη φράση της που
έχουν µέχρι σήµερα πάρα πολλοί επαναλάβει: "H ελευθερία δεν
µπορεί να είναι παρά µόνο η ελευθερία εκείνου που σκέφτεται
διαφορετικά".
Πέρα από την πειστικότητα της φράσης, την επαλήθευσε η
συντριβή του σοσιαλισµού, που ανέδειξε την αναπόφευκτη
αποτυχία του αυταρχικού καθεστώτος, καθώς ειδικά την
ελευθερία γνώµης την ποδοπάτησε σε βαθµό ακραίο και έχτισε
κοινωνίες βίαια αυταρχικές µε σαµιζντάτ και µε γκουλάγκ
(παράνοµη λογοτεχνία και στρατόπεδα συγκεντρώσεως).
Υπάρχει κι ένα δεύτερο ερώτηµα, που αυτό είναι σχετικά
καινούριο, αλλά παραµένει απελπιστικά αναπάντητο, ενώ έχει
µεγάλη σηµασία για το σχέδιο ενός καλύτερου κόσµου, και
µάλιστα µε τα σηµερινά δεδοµένα. Ο σοσιαλισµός δεν γκρέµισε
µονάχα από τις βίαια αυταρχικές κοινωνίες που θεµελίωσε,
πράγµα που λίγο πολύ όλος ο κόσµος καταλαβαίνει. Γκρέµισε
και οικονοµικά. Μέρος του σοβιετικού λαού πεινούσε όταν
εµφανίστηκε η περεστρόικα.Tα σοσιαλιστικά καθεστώτα και το
κρατικό τους µοντέλο οδήγησαν στην οικονοµική καταστροφή,
που µε τη σειρά της οδήγησε στην πολιτική αποσύνθεση.
Την οικονοµική συντριβή της σοσιαλιστικής οργάνωσης της
οικονοµίας, που δεν προέβλεψαν οι οικονοµολόγοι καµιάς
θεωρητικής τάσης, απ' όσο γνωρίζω, ακόµα σήµερα κανένας δεν
αποπειράθηκε να την αναλύσει και ερµηνεύσει, ούτε φαίνεται
να απασχολεί τα αριστερά κόµµατα και τους διανοουµένους
οπαδούς τους. Εάν η απόπειρα ερµηνείας είναι πολιτικά
εκφοβιστική, τότε πιθανότατα νίκησε για πολλές δεκαετίες η
εκχυδαϊστική και ανιστορική εκδοχή που λέει ότι χωρίς το
κίνητρο του κέρδους δεν λειτουργούν οι οικονοµικοί
µηχανισµοί. Και, πάντως, χωρίς αυτή την ερµηνεία είναι
αδύνατο να διαµορφωθεί νέο σχέδιο και όραµα µιας καλύτερης
κοινωνίας.
Με άλλα λόγια, µέσα στη βαθιά πολιτική κρίση της εποχής µας
εκκρεµεί να εφευρεθεί από την αρχή ένα καινούριο όραµα για
έναν καλύτερο κόσµο. Και αυτό δεν είναι το"επαναστατικό
παράδειγµα" του Μάη. Το καινούριο όραµα, που θα
διαµορφώσει νέες συλλογικές ταυτότητες από αυτές της
παραδοσιακής Αριστεράς, χρειάζεται να εφεύρει νέα πεδία
σύγκρουσης ιδεών, νέους τρόπους κοινωνικής συνεύρεσης και
διαλόγου, κι ακόµα πεδία κοινωνικής δράσης διαφορετικά από
την παραδοσιακή πολιτική και τις µορφές της.
Οι παραδοσιακές µορφές δεν αποδίδουν. Η βαθιά πολιτική
κρίση που ζούµε είναι, σε µεγάλο βαθµό, κρίση των
συλλογικών ταυτοτήτων. Κανένα κόµµα της Αριστεράς δε
φαίνεται ικανό να τη χειριστεί, καθώς δεν έχει να προτείνει
απαντήσεις και επαναλαµβάνει την παραδοσιακή πρόταση
κινητοποίησης, που δεν έχει καν στόχο γενικότερο από την
έκφραση της πολιτικής δυσαρέσκειας.
Aυτό το κλίµα ευνοεί τις εύκολες τοποθετήσεις,τη ν
κινητοποίηση χωρίς συγκεκριµένους στόχους, τις συναθροίσεις
χωρίς ξεκάθαρα αιτήµατα µε άτοµα από τελείως διαφορετικές
πλευρές του πολιτικού φάσµατος, που δεν οδηγούν ούτε καν σε
επιµέρους αποτελέσµατα.
Παράλληλα, κόµµατα και µορφώµατα της ∆εξιάς
εκµεταλλεύονται την κρίση των συλλογικών ταυτοτήτων και
καταφεύγουν σε λαϊκιστικά συνθήµατα που τείνουν να
καλύψουν το κενό µε πρωτόγονες και αρχαϊκές ταυτότητες: τη
ράτσα, το γένος, τον ελληνοχριστιανικό πολιτισµό. Και ξάφνου
παρακολουθούµε το φαινόµενο να έχει χαθεί, λίγο-πολύ, η
διαχωριστική γραµµή ανάµεσα στα αριστερά και τα δεξιά, και η
µέχρι πρόσφατα ακροδεξιά πολιτική ταυτότητα του
ελληνοχριστιανικού πολιτισµού να έχει διαπεράσει ολόκληρο
τον αριστερό χώρο.
Ένα µεγάλο κενό νοηµάτων κυριαρχεί και δεν υπάρχει
συλλογική πολιτική ταυτότητα στην οποία να αναγνωρίζεις ότι
ανήκεις, και ανήκεις όµως επειδή αυτό σηµαίνει συµµετοχή στη
βάση ενός σχεδίου κοινωνικής αλλαγής.
Γιατί λοιπόν µιλάµε για το Μάη του'68; Βασικό του
χαρακτηριστικό είναι ότι µεγάλο πλήθος, κατακερµατισµένο σε
δεκάδες αριστερές οµάδες µε αγεφύρωτες διαφωνίες, επιδίωκε
την επανάσταση χωρίς καν να µοιράζεται το όραµα της
προηγούµενης γενιάς που µε θυσίες και αυταπάρνηση
κουβάλησε το"άδειο κιβώτιο" ενός ονείρου, που πάντως ήταν
όνειρο για µια κοινωνία ισότητας, δικαιοσύνης και ελευθερίας.
Ας αξιοποιήσουµε την Ιστορία για να εφευρεθεί ένα βήµα
µπροστά στο αδιέξοδο του παρόντος. Και σε σχέση µε το πρώτο
έστω βήµα προς το µέλλον, µετά τη µετατροπή του τείχους του
Βερολίνου σε πετραδάκια σε σελοφάν για τουρίστες σαν
σύµβολο της υπόλοιπης"φρίκης" που"δεν κουβεντιάζεται", ο
Μάης ένα µόνο πράγµα, πολύ επίκαιρο συµβολίζει: τη φθορά
και την ανεπάρκεια των αριστερών κοµµάτων που δεν
µπόρεσαν να αξιοποιήσουν τη βαθιά κρίση σε τίποτα και
έµειναν θεατές των γεγονότων έως την επιστροφή του Ντε
Γκωλ στο Παρίσι, όπου ξαναπήρε τα πράγµατα στα χέρια του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου