Β. ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ
Β1. Οι μορφές του υποκειμένου
Χρήσιμα στοιχεία θεωρίας
Ο μαθητής πρέπει να γνωρίζει ότι:
1) Υποκείμενο είναι το πρόσωπο, ζώο ή πράγμα, που δηλώνει αυτό για το οποίο γίνεται λόγος μέσα σε μια πρόταση, αυτό δηλαδή που ενεργεί (στα ενεργητικά ρήματα), π.χ. «Ο καθηγητής διδάσκει», ή παθαίνει κάτι (στα παθητικά ρήματα), π.χ. «Η γάτα κυνηγήθηκε από το σκύλο», ή βρίσκεται σε μια κατάσταση (στα ουδέτερα ρήματα), π.χ. «Η μητέρα μου κοιμάται».
2) Το υποκείμενο μιας πρότασης δηλώνεται:
α) Υποχρεωτικά από το ρηματικό πρόσωπο, π.χ. «Διαβάζ-ω τα μαθήματά μου» (εννοείται: εγώ). Στην περίπτωση αυτή υποκείμενο είναι η ονομαστική ενικού ή πληθυντικού των προσωπικών αντωνυμιών (εγώ / εμείς – εσύ / εσείς – αυτός, -ή, -ό / αυτοί, -ές, -ά), οι οποίες συχνά παραλείπονται και όταν χρησιμοποιούνται δηλώνουν πλεοναστικά σε συνδυασμό με το ρηματικό πρόσωπο το ρόλο του υποκειμένου μέσα στο λόγο για να δώσουν έμφαση ή για αντιδιαστολή, π.χ. «Εγώ διαβάζω τα μαθήματά μου».
β) Σε συνδυασμό με το ρηματικό πρόσωπο, που είναι ούτως ή άλλως υποχρεωτικό, το υποκείμενο μπορεί να δηλώνεται και από:
¨ ένα ονοματικό σύνολο (ουσιαστικό) (Ο μαθητής διαβάζει),
¨ ή άλλες λέξεις που έχουν ρόλο ονοματικού συνόλου, όπως α) οι υπόλοιπες αντωνυμίες (Κάποιος φωνάζει), β) τα επίθετα (Οι νέοι διψούν για ζωή), γ) οι μετοχές (Οι ερωτευμένοι είναι αφηρημένοι), δ) οι άκλιτες λέξεις (Το αλλά είναι αντιθετικός σύνδεσμος) ε) οι προτάσεις (Όποιος βιάζεται σκοντάφτει), με ή χωρίς άρθρο.
3) Το υποκείμενο μπαίνει πάντα σε πτώση ονομαστική, εκτός από την περίπτωση που ως υποκείμενο λειτουργεί κάποια πρόταση που εισάγεται με το ότι ή με το να, οι οποίες δε χαρακτηρίζονται από πτώση.
4) Το υποκείμενο παραλείπεται:
α) Στο α΄ και στο β΄ πρόσωπο της προσωπικής αντωνυμίας (εγώ-εμείς / εσύ-εσείς), όταν δε θέλουμε να δώσουμε έμφαση σ’ αυτό, π.χ. «Είμαι μαθητής» (εννοείται: εγώ) / «Είσαι μαθητής» (εννοείται: εσύ).
β) Στο γ΄ πρόσωπο όταν:
- εννοείται εύκολα από τα συμφραζόμενα,
- είναι μια γενική έννοια, π.χ. «οι άνθρωποι»,
- μόνο ένα υποκείμενο μπορεί να εννοηθεί, π.χ. «Με τα επιτεύγματά τους δίνουν μεγάλη ώθηση στην επιστήμη» (εννοείται: οι επιστήμονες) και
- το ρήμα δείχνει κάποιο φυσικό φαινόμενο, π.χ. «Και ξαφνικά συννέφιασε» (εννοείται: ο ουρανός).
5) Τα απρόσωπα ρήματα και οι απρόσωπες εκφράσεις (όσα δηλαδή ρήματα ή εκφράσεις δεν έχουν υποκείμενο κάποιο πρόσωπο ή ζώο και τα συναντάμε στο γ’ ενικό πρόσωπο) έχουν ως υποκείμενοι μια ολόκληρη πρόταση, η οποία εισάγεται (ξεκινάει) με το ότι/πως ή με το να (π.χ. «Φαίνεται πως έφυγε» / «Καλό είναι να φύγεις τώρα»). Οι απρόσωπες εκφράσεις σχηματίζονται κυρίως με το γ’ ενικό του ρήματος «είμαι», δηλαδή το «είναι», και κάποιο επίθετο (είναι καλό, είναι κρίμα, είναι άδικο, είναι σωστό κ.λπ.).
Β2. Συμφωνία υποκειμένου – ρήματος
Χρήσιμα στοιχεία θεωρίας
Ο μαθητής πρέπει να γνωρίζει ότι:
1) Το ρήμα συμφωνεί με το υποκείμενό του σε πρόσωπο και αριθμό, π.χ. «Η Μαρία έφυγε.» (ρήμα και υποκείμενο βρίσκονται σε γ΄ πρόσωπο ενικού αριθμού) / «Εμείς μόνο ήρθαμε» (ρήμα και υποκείμενο βρίσκονται σε α΄ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού).
2) Όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα υποκείμενα, τότε:
α) Κατά κανόνα, ανεξάρτητα από τον αριθμό στον οποίο βρίσκονται, το ρήμα μπαίνει στον πληθυντικό αριθμό και στο επικρατέστερο πρόσωπο (το α΄ πρόσωπο είναι επικρατέστερο από το β΄ πρόσωπο και το β΄ από το γ΄ πρόσωπο). Π.χ. «Εγώ και ο φίλος μου θα πάμε σινεμά το βράδυ» [το ρήμα μπαίνει στον πληθυντικό αριθμό, γιατί τα υποκείμενα είναι δύο (εγώ / φίλος μου) και στο α΄ πρόσωπο (εγώ), διότι είναι επικρατέστερο του γ΄ (φίλος)].
β) Όταν όμως έχουμε δύο ή περισσότερα υποκείμενα που βρίσκονται στον ενικό αριθμό και παρουσιάζονται με τη μορφή διάζευξης, τότε το ρήμα μπαίνει στον ενικό αριθμό (Πρωταθλητής φέτος θα βγει ή ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός).
γ) Τέλος, στην περίπτωση που τα υποκείμενα μπορούν να θεωρηθούν πως ανήκουν στην ίδια «ομάδα» και δημιουργούν ένα ενιαίο σύνολο, τότε το ρήμα μπορεί να μπει και στον ενικό αριθμό (π.χ. «Η ειλικρίνεια και η τιμιότητά του αποδείχτηκε το μεγάλο του όπλο για την εκλογή του στο Δήμο»).
3) Όταν ως υποκείμενο λειτουργεί ένα περιληπτικό ουσιαστικό, ένα ουσιαστικό δηλαδή στο οποίο παρουσιάζεται διαφορά μεταξύ του γλωσσικού τύπου του και των πραγματικών στοιχείων που δηλώνει (π.χ. η λέξη «πλήθος» γραμματικά είναι ενικός αριθμός, αλλά πραγματικά είναι πληθυντικός, εφόσον εμπεριέχει πολλούς ανθρώπους), τότε μπορούμε να διαλέξουμε ανάμεσα στη σύνταξη που θα βασίζεται στη γραμματική συμφωνία (π.χ. «Ένα πλήθος από εξαγριωμένους ανέργους φώναζε έξω από το γραφείο του υπουργού»: συμφωνία υποκειμένου και ρήματος κατά γραμματικό αριθμό, ενικό δηλαδή αριθμό) ή στη σύνταξη που θα βασίζεται στη νοητή πραγματική συμφωνία (π.χ. «Ένα πλήθος από εξαγριωμένους ανέργους φώναζαν έξω από το γραφείο του υπουργού»: συμφωνία υποκειμένου και ρήματος κατά πραγματικό αριθμό, πληθυντικό δηλαδή αριθμό). Αν και συνήθως στην περίπτωση αυτή το ρήμα συμφωνεί με το νοητό - πραγματικό αριθμό.
4) Στην περίπτωση που το υποκείμενο είναι στον ενικό αριθμό και συνδέεται με άλλα πρόσωπα ή πράγματα μπορεί το ρήμα να χρησιμοποιηθεί στον πληθυντικό αριθμό για να προβάλει το πλήθος (π.χ. «Εγώ με τον αδελφό μου μεταφέραμε τα πράγματα»).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου